Νοεμβρίου 05, 2008

Ξέροντας το γιατί

Στη Σοφία

Όλη τη μέρα βρισκόταν στο δρόμο, περπατούσε χωρίς να ξέρει το γιατί, γυρνούσε την πόλη με τα πόδια από το πρωί λες και έτσι θα την κατακτούσε, δίπλα του τα αυτοκίνητα γυρνούσαν την πόλη ταχύτατα, σε δευτερόλεπτα, αυτά ήταν οι πραγματικοί κατακτητές της πόλης. Συνέχιζε να περπατάει μέχρι το απόγεμα, περπατούσε και ζούσε τη χαρμολύπη που προκαλεί το ημίφως, ένιωθε τη μελαγχολία που δημιουργεί η συνάντηση με τον άλλο κόσμο που δεν είναι ο πραγματικός -τα αυτοκίνητα που έκαναν το γύρο της πόλης σε δευτερόλεπτα μονάχα αυτά ήταν ο πραγματικός κόσμος-, περπατούσε και συνομιλούσε με τους ίσκιους του άλλου κόσμου που τον είχαν κυκλώσει, τους ίσκιους του ημίφωτος.
Φάνταζε ατελείωτο αυτό το απόγεμα, γύρναγε με τα πόδια την πόλη από το πρωί, κουράστηκε, από το πρωί γυρνούσε την πόλη χωρίς να ξέρει το γιατί, κάθισε σε ένα παγκάκι, γυρνούσε την πόλη ίσως επειδή ζητούσε να την κατακτήσει, ή ίσως επειδή ζητούσε να κατακτήσει τους ίσκιους που τον κύκλωναν κάθε απόγεμα και οι οποίοι δεν άνηκαν στην πραγματικότητα· τα αυτοκίνητα, αυτά ανήκουν στην πραγματικότητα, τα αυτοκίνητα είναι η πραγματικότητα.
Ξεφυσούσε καθώς καθόταν στο παγκάκι, γύρναγε από το πρωί στους δρόμους της πόλης, πια οι ίσκιοι ήταν απειλητικοί, η πραγματικότητα είναι η μόνη που δεν είναι απειλητική και τα αυτοκίνητα και μόνον αυτά είναι η πραγματικότητα, τα αυτοκίνητα και μόνον αυτά είναι οι πραγματικοί κατακτητές της πόλης. Σηκώθηκε από το παγκάκι και συνέχισε να περπατάει χωρίς να ξέρει το γιατί, περπατούσε δακρύζοντας για τους ανθρώπους που ήταν μακριά του και ένιωθε την απουσία τους, άρχισε να κλαίει για αυτούς που δεν άνηκαν στην πραγματικότητα, μιας και πραγματικότητα είναι μόνο τα αυτοκίνητα που διασχίζουν την πόλη σε δευτερόλεπτα, σωστοί κατακτητές, μόνο τα αυτοκίνητα είναι οι κατακτητές, οι άνθρωποι μέσα σε αυτά δεν είναι, αυτοί είναι οι κατακτημένοι.
Περπάταγε βουρκώνοντας, βούρκωνε περπατώντας, μια πόρτα άνοιξε και αυτός μπήκε μέσα. Άνοιξε μια πόρτα που δεν άνηκε στην πραγματικότητα, μπήκε μέσα χωρίς να ξέρει το γιατί, ντράπηκε που δεν ήξερε το γιατί.
Μέσα ήταν ο μπαμπάς, η μαμά και η γιαγιά, τα παιδιά λείπανε. Τα παιδιά είχαν πάει να συναντήσουν τον κόσμο της πραγματικότητας που τα γοήτευε, τον κόσμο των κατακτητών. Τότε ο μπαμπάς και η μαμά τον ρώτησαν γιατί μπήκε, αυτός ξαφνιάστηκε από την ερώτηση, δεν ήξερε τι να απαντήσει, η γιαγιά χαμογέλασε, αυτή δε τον ρώτησε το γιατί, δε χρειαζόταν να ακούσει την απάντησή του, η γιαγιά ήξερε το γιατί. Αυτός δεν απάντησε, ο μπαμπάς και η μαμά τον ξαναρώτησαν, τους απάντησε πως πέρασε όλη τη μέρα περπατώντας στην πόλη πλάι στους κατακτητές και μάλιστα χωρίς να ξέρει το γιατί, ήταν ξαφνιασμένος, δεν περίμενε ότι θα τον ρωτούσαν το γιατί, η γιαγιά δεν το ρώτησε, αλλά χαμογέλασε γιατί ήξερε το γιατί.
Ο μπαμπάς και η μαμά χαμογέλασαν, δεν κατάλαβαν το γιατί, αλλά ως κάτοικοι ενός άλλου κόσμου χαμογέλασαν, δε χαμογέλασαν όπως η γιαγιά η οποία ήξερε το γιατί. Η μαμά και ο μπαμπάς δεν ήταν κάτοικοι του πραγματικού κόσμου, γι’ αυτό χαμογέλασαν, ο μπαμπάς του έγνεψε να κάτσει, η μαμά του έφερε γλυκό του κουταλιού για να τον κεράσει, η γιαγιά χαμογελούσε γιατί ήξερε το γιατί.
Ύστερα γύρισαν τα παιδιά, μελαγχολικά που η συνάντησή τους με τον πραγματικό κόσμο είχε τελειώσει, γύρισαν αισθανόμενα μια χαρμολύπη, όχι τη χαρμολύπη του απογέματος, αυτή τη νιώθουν μονάχα όσοι αποφασίζουν ότι δεν τους αρέσει η ζωή στον πραγματικό κόσμο.
Για αυτόν η ατμόσφαιρα έγινε αποπνικτική, παράτησε στη μέση το γλυκό του κουταλιού χωρίς να ξέρει το γιατί, η μαμά κι ο μπαμπάς απόρησαν, αλλά ως κάτοικοι του μη πραγματικού κόσμου χαμογέλασαν, δε χαμογέλασαν όπως η γιαγιά η οποία ήξερε το γιατί. Τους είπε ότι φεύγει χωρίς να τους πει το γιατί, εκείνοι τον ρώτησαν γιατί φεύγει, αυτός ξαφνιάστηκε από την ερώτηση, ψέλλισε κάτι για τα αυτοκίνητα που είναι οι κατακτητές του πραγματικού κόσμου, ήταν ξαφνιασμένος, δεν περίμενε να τον ρωτήσουν το γιατί, τους χαμογέλασε. Ο μπαμπάς και η μαμά δεν κατάλαβαν, αλλά ως κάτοικοι ενός άλλου κόσμου, του κόσμου που δεν είναι ο πραγματικός, του χαμογέλασαν κι αυτοί. Καθώς έφευγε χαμογέλασε και στη γιαγιά και τότε κατάλαβε πως η γιαγιά ήξερε το γιατί, προς στιγμή θέλησε να μάθει ποιο ήταν το γιατί, ντράπηκε όμως να τη ρωτήσει κι έφυγε χωρίς να το μάθει, αν και για λίγο κυριεύτηκε από την περιέργεια να μάθει ποιο ήταν το γιατί.
Το επόμενο βράδυ στις ειδήσεις, στον πραγματικό κόσμο της τηλεόρασης, παιζόταν ο θάνατος ενός αγνώστου που πέθανε χωρίς να ξέρει το γιατί, που ίσως και να έζησε χωρίς να ξέρει το γιατί. Η μαμά και ο μπαμπάς τον αναγνώρισαν κι έμειναν άφωνοι, άρχισαν να κλαίνε χωρίς να ξέρουν το γιατί, ίσως γιατί αυτό πρέπει να κάνουν όσοι ζουν σε ένα άλλο κόσμο, όχι στον πραγματικό· τα παιδιά τον αναγνώρισαν και αυτά και αδιαφόρησαν χωρίς να ξέρουν το γιατί, ίσως γιατί αυτό πρέπει να κάνουν όσοι ζουν στον πραγματικό κόσμο. Ωστόσο, η γιαγιά δε χρειάστηκε να δει στην τηλεόραση για να μάθει, το ήξερε από πριν, ήξερε το γιατί, γι’ αυτό χαμογελούσε, η γιαγιά το ήξερε από πριν το γιατί, γι’ αυτό δεν έπαψε στιγμή να χαμογελάει.

13 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Η άποψη ενός μη πραγματικού για την πραγματικότητα...
Μαγικό...απλά!
Ας γίνω γραφική κι ας γράψω ακόμη λίγους αγαπημένους στίχους..
"Δεν με βλέπουν κι όμως ξέρουν πως υπάρχω...κι ας πιστεύουν πως ποτέ δε θα φανώ..."
Σ'ευχαριστώ πολύ πολύ πολύ...πραγματικά!
Φιλιά..

Anyparktos είπε...

δυσκολο κειμενο.πεδευτηκα αλλα το καταλαβα.παντως πολυ ωραιο.

Morpheus είπε...

Το διάβασα με μια ανάσα... Άλλη μια φορά... Μαγικό... Τα λατρεύω τα κείμενα σου...

marionettie είπε...

Το είχα διαβάσει και μόλις το έστειλες και ξανάρθα και σήμερα.
Οι πρώτες παράγραφοι στην πόλη μου άρεσαν πάρα πολύ και βρήκα μέσα φράσεις που ήθελα να γράψω και εγώ και δεν έβρισκα τις λέξεις, τώρα τις ξέχασα πάλι, έτσι είναι καλύτερα, αλλά πάντως τις βρήκα : )
Ο πραγματικός και ο μη πραγματικός κόσμος. Των κατακτημένων και των μη. Το πιστεύεις πραγματικά αυτό; Κάποτε έκανα και εγώ έναν τέτοιο διαχωρισμό, αλλά πλέον δεν είναι καθόλου απόλυτος και νομίζω πως μπορείς να έχεις στιγμές και στους δυο και όλα να είναι μια χαρά. Βασικά μόνο τότε είναι μια χαρά. Αλλιώς θα υπήρχανε πολλές πολλές ειδήσεις για πεθαμένους και θα ήταν όλα μόνιμα πολύ λυπητερά και προβληματισμένα.
Και όταν πεθάνουν οι γιαγιάδες τι θα γίνει;;; ;)

Να είσαι καλά, να περνάς όμορφα xxx

the monkeys είπε...

Μπορείς να μου αφιερώσεις και εμένα κανένα κείμενο σου αν γίνεται???!!! Πραγματικά υπέροχο, γεμάτο νοήματα, που άμα αναλυθούν χάνουν και την ουσία τους.

Λογω-τέχνης είπε...

ταξιδιάρα ψυχή: "Η άποψη ενός μη πραγματικού για την πραγματικότητα..."
Μ' άρεσε αυτό! :) Κι εγώ σ' ευχαριστώ! Να 'σαι καλά!

Anyparktos: Ε, δεν θα σας τα δίνω και όλα στο πιάτο. Πάντως χαίρομαι που σου άρεσε! :)

Morpheus: Ειλικρινά σ' ευχαριστώ. Με εμψυχώνεις να συνεχίσω.

marionettie: Όπως έγραψε η the monkeys αν κάτσω να αναλύσω το κείμενο μάλλον θα χάσει την ουσία του. Το μόνο που θα σου πω είναι το εξής. Είσαι σίγουρη πως με το θάνατο εννοούμε το ίδιο πράγμα; Για μένα ζωή είναι να υπάρχεις για ένα όνειρο, κι ας είναι η φωτιά του να σε κάψει. ;)

the monkeys: Να 'σαι καλά. Μέχρι στιγμής έχω αφιερώσει κείμενα μου σε άτομα που γνωρίζω και με βοηθάνε (χωρίς βέβαια να πιστεύω ότι αυτά μου τα κείμενα είναι κάτι το αξιόλογο ή ότι γράφω καλά). Εντούτοις θα μου ήταν δύσκολο να αφιερώσω ένα κομμάτι της αλήθειας μου σε κάποιο άτομο που δεν γνωρίζω. Οπότε... :(

η κοπέλα με το καναρινί φόρεμα είπε...

"Η γιαγιά χαμογελούσε γιατί ήξερε το γιατί..." Ένα αυθεντικό και ώριμο έφηβο ανακαλύπτω εδώ. Να συνεχίσεις να σμιλεύεις την γραφή σου, χάρηκα που πέρασα, εξαιρετικό δείγμα.

Λογω-τέχνης είπε...

η κοπέλα με το καναρινί φόρεμα: Να 'σαι καλά. Θα συνεχίσω να γράφω, αυτό είναι το μόνο σίγουρο. ;)

η κοπέλα με το καναρινί φόρεμα είπε...

Εάν κι εσύ το επιθυμείς πέρασε από το ιστόλόγιό μου, έχω μια πρόσκληση για 'σένα. Την καλησπέρα μου.

navarino-s είπε...

....ωωωπ φίλε! κάτι γίνεται δω πέρα! κατ' αρχήν το νεαρόν της ηλικίας σου με τόσο βαριά διαβάσματα της κλασσικής λογοτεχνίας. το Μάριο Χάκκα που τον ανακάλυψες ρε μπαγάσα; εκείνο όμως που είναι εντυπωσιακό είναι η μεγάλη ευχέρεια που διακρίνω στη γραφή σου. πηγαία και ποταμοειδής. το μόνο που χρειάζεσαι είναι το χαλινάρι. είσαι σαν το ατίθασο άτι που καλπάζει ανεξέλεγκτο. θέλεις rodeo φίλε μου. έχεις μεγάλο ταλέντο να μην το χαραμίσεις. και πιστεύω πως δεν θα το χαραμίσεις. όλος ο χρόνος άλλωστε είναι μπροστά σου. ο καζαντζάκης έγραψε το ζορμπά στα 63 του.δεν ξέρω πως δουλεύουν αυτά τα εργαστήρια δημιουργικής γραφής, εκείνο όμως που μπορώ να σου προτείνω είναιένα βιβλίο οδηγιών προς νέους ναυτιλομένους, το καλύτερο κατά τη γνώμη μου από όσα έχουν γραφτεί από συγγραφείς, το: "περί συγγραφής" του stephen king εκδόσεις bell.
και να μην ξεχνάς ποτέ το μεγάλο κανόνα της λογοτεχνίας: 20% έμπνευση, 80% δουλειά. έναν κανόνα που στη μακροχρόνια ισχύ του είχε δύο μόνο εξαιρέσεις: φεοντόρ ντοστογιέφσκι και ονορέ ντε μπαλζάκ!
χάρηκα πάρα πολύ για τη γνωριμία. θα τα λέμε.

Λογω-τέχνης είπε...

navarino-s: Καλησπέρα και καλώς ήρθες στο blog! Ειλικρινά με τιμάει η επίσκεψή σου.

Είμαι Καισαριανιώτης κι έτσι γνώρισα το Χάκκα, συν του ότι το σχολείο μου από πέρσι φέρει το όνομά του! Απίστευτα όμορφος αριστερός και ακόμα πιο όμορφος συγγραφέας, τον θεωρώ σημαντικότατο κομμάτι της πνευματικής κληρονομιάς της Καισαριανής (και όχι μόνο)! Κρίμα που έφυγε νωρίς...

Όσο για το βιβλίο που μου προτείνεις κάποια στιγμή θα το διαβάσω, προς το παρόν διαβάζω Τσίρκα. Δυστυχώς, πάω τρίτη λυκείου και ο χρόνος μου είναι από περιορισμένος, έως ανύπαρκτος... :(

Σ' ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια και τις συμβουλές. Κι εγώ χάρηκα για τη γνωριμία. Τις καλησπέρες μου!

Sophia είπε...

Στ αλήθεια είσαι μόλις 17;;
Μου έκανε φοβερή εντύπωση όταν είδα το προφίλ σου, ο τρόπος που γράφεις είναι τόσο ώριμος. Να συνεχίσεις οπωσδήποτε!

Λογω-τέχνης είπε...

Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, ξεκαθαρίζω ότι κάθε σπαμ σχόλιο, του οποίου η ύπαρξη δεν έχει κανένα απολύτως νόημα και επιπλέον χαλάει τη ροή των υπόλοιπων σχολίων, διαγράφεται...

Sophia: Καλώς ήρθες στο blog. Ναι, είμαι μόλις δεκαεφτά! Σ' ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια και μην ανησυχείς, θα συνεχίσω να γράφω...